ΟΙ ΔΥΟ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
Το αφήγημα του Λ. Τολστόι Οι δύο γέροντες μεταφράζεται για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα, όπως και τα υπόλοιπα διηγήματα που δημοσιεύονται σ’ αυτό το μικρό βιβλίο.
Πρωτοεκδόθηκε το 1885 από τις εκδόσεις «Μεσολαβητής» (Αγία Πετρούπολη 1884-1892, Μόσχα 1892-1935). Ιδρυτής και ιδεολογικός εμπνευστής των εκδόσεων «Μεσολαβητής» ήταν ο Τολστόι, και άμεσος οργανωτής τους ήταν ο Βλαντίμιρ Γκριγκόριεβιτς Τσερτκόφ (1854-1936), στενός φίλος του Τολστόι, επιμελητής και εκδότης των έργων του. Οι εκδόσεις αυτές προσέλκυσαν εξαρχής την προσοχή των αρχών και αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες από τη σκληρότατη επιτροπή λογοκρισίας…
(Από την παρουσίαση του εκδότη)
Την ιδέα της παραβολής για δυο γέροντες που είχαν τάμα να επισκεφθούν τους Αγίους Τόπους και εκπλήρωσαν με διαφορετικό τρόπο ο καθένας αυτό το τάμα, ο Τολστόι τη δανείστηκε από μια διήγηση που άκουσε περίπου το 1879-1880 από τον γνωστό Ρώσο αφηγητή θρύλων και λαϊκών επών Βασίλι Πετρόβιτς Σεγκολιόνοκ (1817-1894). Είναι πιθανό επίσης, έχοντας πάρει την πρώτη ιδέα από τον Σεγκολιόνοκ, να χρησιμοποίησε ως πηγή και ένα άλλο παρόμοιο διήγημα, το οποίο δημοσιεύτηκε από τον λιγότερο γνωστό Ρώσο συγγραφέα Αντρέι Φιόντοροβιτς Κοβαλιέφσκι (1840-1901) το 1871 στο μηνιαίο ορθόδοξο περιοδικό Ώφέλιμη για την ψυχή ανάγνωση (Μόσχα 1860-1918). Πρωτοεκδόθηκε το 1885 από τις εκδόσεις «Μεσολαβητής» (Αγία Πετρούπολη 1884-1892, Μόσχα 1892-1935). Ιδρυτής και ιδεολογικός εμπνευστής των εκδόσεων «Μεσολοβητής» ήταν ο Τολστόι, και άμεσος οργανωτής τους ήταν ο Βλαντίμιρ Γκριγκόριεβιτς Τσερτκόφ (1854-1936), στενός φίλος του Τολστόι, επιμελητής και εκδότης των έργων του. Οι εκδόσεις αυτές προσέλκυσαν εξαρχής την προσοχή των αρχών και αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες από τη σκληρότατη επιτροπή λογοκρισίας. Ο Τσερτκόφ, λόγω των γραπτών του, έζησε εξόριστος στην Αγγλία τα έτη 1897-1908, όπου δημιούργησε τις εκδόσεις και το περιοδικό Ελεύθερος λόγος, και εξέδωσε μεταξύ άλλων τα απαγορευμένα στη Ρωσία έργα του Τολστόι, διαφυλάσσοντας επίσης και τα χειρόγραφά του.
(Από το σημείωμα του μεταφραστή για το αφήγημα «Οι δύο γέροντες»)
Δύο γέροντες αποφάσισαν να προσκυνήσουν στην παλαιά Ιερουσαλήμ. Ο ένας ήταν πλούσιος άντρας, τον έλεγαν Εφίμ Ταράσιτς Σεβελιόφ. Ο άλλος ήταν ο Ελισέι Μποντρόφ, ένας όχι ιδιαίτερα ευκατάστατος άνθρωπος.
Ο Εφίμ ήταν άνθρωπος γνωστικός. Βότκα δεν έπινε, καπνό δεν κάπνιζε ούτε ρούφαγε απ’ τη μύτη, αισχρό λόγο σε όλη του τη ζωή δεν ξεστόμισε και ήταν τύπος αυστηρός και σταθερός. Δυο θητείες υπηρέτησε ο Εφίμ Ταράσιτς δημογέροντας και έφυγε χωρίς καταχρήσεις. Είχε μεγάλη οικογένεια, δυο γιους και έναν παντρεμένο εγγονό, και ζούσαν όλοι μαζί. Εμφανισιακά ήταν γενειοφόρος, ευθυτενής και ρωμαλέος άντρας, και μόνο στα εβδομήντα του άρχισε να γκριζάρει η γενειάδα του. Ο Ελισέι ήταν ένας γεράκος ούτε πλούσιος, ούτε φτωχός, έκανε παλαιότερα ξυλουργικές εργασίες, αλλά στα γεράματα άρχισε να μένει στο σπίτι και να εκτρέφει μέλισσες. Ο ένας γιος του πήγαινε να βρει δουλειές, ο άλλος καθόταν στο σπίτι. Ο Ελισέι ήταν άνθρωπος καλόψυχος και ανοιχτόκαρδος. Και βότκα έπινε, και καπνό ρούφαγε απ’ τη μύτη, και τραγούδια του άρεσε να τραγουδάει, αλλά ήταν φιλήσυχος, είχε καλές σχέσεις με τους δικούς του και τους γείτονές του. Στην όψη ο Ελισέι ήταν ένας άντρας κοντούλης, μαυριδερός, με σγουρά γένια και, όπως ο άγιός του, ο προφήτης Ελισαίος, είχε φαλάκρα σε όλο το κεφάλι.
Είχαν κάνει από καιρό οι δυο γέροι το τάμα και είχαν συμφωνήσει να πάνε μαζί, αλλά ο Ταράσιτς όλο δεν είχε χρόνο: Δεν σταματούσαν οι δουλειές του. Μόλις τελείωνε η μία, ξεκίναγε η άλλη: Πότε πάντρευε τον εγγονό, πότε περίμενε τον μικρότερο γιο από τον στρατό, πότε σχεδίαζε να χτίσει ένα νέο ξύλινο σπίτι. […]
(Απόσπασμα από το αφήγημα «Οι δύο γέροντες»)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΟΙ ΔΥΟ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
Οι δυο γέροντες
Πώς ένας διαβολάκος επανόρθωσε για μια γωνίτσα ψωμί
Τα δυο αδέλφια



