«Ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Αυτή είναι η λιτή ευαγγελική διατύπωση της αλήθειας και της πραγματικότητας της Ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού. Αυτή που η Εκκλησία από την αρχή έζησε και διαλάλησε και με τιτάνιες μάχες υπερασπίστηκε, επειδή γύρω από αυτή την μοναδική πραγματικότητα της Ενσαρκώσεως στροβιλίστηκαν και σκόνταψαν κατησχυμένες όλες οι υπερφίαλες αιρέσεις και ανθρωποκεντρικές αμφιβολίες και πάνω σ’ αυτήν θραύσθηκαν και θραύονται τα λυσσαλέα κύματα όλων των ψεύτικων κόσμων, όλων των ψεύτικων ιδεών και όλων των ψεύτικων πραγματικοτήτων. Αυτές αντιμετώπισε η Εκκλησία, για να διασφαλίσει την ακεραιότητα της θεανθρώπινης δωρεάς που ανέτειλε από το Σπήλαιο της Βηθλεέμ και που απλώθηκε σε όλα τα σύμπαντα. Η πίστη και η εμπειρία της Εκκλησίας για την εν Χριστώ ζωή και σωτηρία μπορεί να συνοψισθεί στην συμβολική «ταυτότητα» και ομολογία: Ιησούς εστιν ο Χριστός, ο Οποίος έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός. «Αυτός γαρ ενηνθρώπησε, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν», κατά την κλασική διατύπωση του Μ. Αθανασίου, παρά την αντίρρηση των αρχαίων προγόνων μας διά στόματος Πλάτωνος: «Θεός ανθρώπω ου μείγνυται», ότι δηλ. δεν μπορεί να ενωθεί ο άνθρωπος με τον Θεό. Αλλά εμείς οι χριστιανοί, με την Γέννηση του Χριστού, το πιστεύουμε και το ψέλνουμε ότι μπορεί ο άνθρωπος να ενωθεί με τον Θεό, αφού ο Υιός του Θεού σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος! […]
(Απόσπασμα από την εισαγωγή του βιβλίου)