ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ A’
Η συστηματική και αντικειμενική παρουσίαση του ιστορικού βίου της Εκκλησίας υπήρξε πάντοτε και παραμένει εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για πολλούς λόγους. Σημαντικότεροι θα μπορούσαν να θεωρηθούν: Πρώτον, η έλλειψη των αναγκαίων πηγών για πολλές κρίσιμες και μεταβατικές περιόδους τον εκκλησιαστικού βίου. Δεύτερον, οι εσωτερικές αντιφάσεις των πηγών, οι οποίες υπηρετούν τις ποικίλες τάσεις κατά την ερμηνεία και την αξιολόγηση της ιστορικής γενετικής στην εξέλιξη των διαφόρων γεγονότων. Τρίτον, οι έντονες ομολογιακές ευαισθησίες της παλαιότερης έρευνας για την αξιοποίηση των αντιφάσεων ή και των ασαφειών των πηγών προς την κατεύθυνση μιας ερμηνευτικής δικαιώσεως των ομολογιακών τους επιλογών ή διαφοροποιήσεων. Τέταρτον, το ευρύτατο θεματολόγιο της ιστορικής ύλης, το οποίο, παρά την επιμέρους ή κατά θέματα επιστημολογική του αυτονόμηση, λειτουργεί πάντοτε σε άρρηκτη συνάφεια προς τις γενικότερες μεταβολές του εκκλησιαστικού βίου με συνέπεια να προσδιορίζεται ή και να προσδιορίζη το βαθύτερο νόημα των ιστορικών γεγονότων. Πέμπτον, η αντικειμενική δυσχέρεια αρμονικής και πλήρους εποπτείας της παράλληλης αναπτύξεως όλων των επί μέρους πτυχών του εκκλησιαστικού βίου για να είναι υπεύθυνη και ορθότερη η ένταξή τους στα αυθεντικά κριτήρια αξιολογήσεως του ιστορικού γίγνεσθαι.
Οι αντικειμενικές αυτές δυσχέρειες προσδιόρισαν σε μεγάλο βαθμό τόσο την οικονομία της ύλης, όσο και την ειδικότερη ανάπτυξη των θεμάτων εκείνων, τα οποία συγκέντρωσαν τη μεγαλύτερη ευαισθησία της νεώτερης ιστορικής έρευνας. Η μεθοδολογία της εκθέσεως επηρεάσθηκε αναπόφευκτα από την έκταση της ύλης, γι’ αυτό και τελικά αποφύγαμε τη διαλεκτική των εκτενών παραπομπών, οι οποίες θα επιβάρυναν τον όγκο τον έργου, αφού έχουν ήδη καλυφθή τόσο στο δίτομο έργο μας για τον θεσμό της Πενταρχίας των πατριαρχών, όσο και στις άλλες ειδικότερες πραγματείες. Προτιμήσαμε την σύνδεση της ιστορικής ύλης με επιλεγμένες αναφορές στις πηγές, οι οποίες κρίθηκαν χρησιμότερες για την επιβεβαίωση των κριτικών ιστορικών αξιολογήσεων. Η γλωσσική σύμβαση δεν είναι άσχετη προς την ανάγκη μιας γλωσσικής συνέχειας μεταξύ των πηγών και της ιστορικής αναλύσεως […].
(Απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ A’
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Α’. ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Β’. ΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ
Γ’. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
Δ’. ΤΑΣΕΙΣ ΝΟΘΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
Ε’. ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΣΤ’. Η ΠΕΡΙ ΛΟΓΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΔΟΞΙΑΣ
Ζ’. ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ, ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ
Η’. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Θ’. ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Ι’. ΑΡΕΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η Α’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΑ’. ΑΡΕΙΑΝΙΚΕΣ ΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ Η Β’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΒ’. ΠΕΛΑΓΙΑΝΙΣΜΟΣ, ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΖΗΤΗΜΑ
ΙΓ’. ΑΠΟΛΙΝΑΡΙΣΜΟΣ, ΝΕΣΤΟΡΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η Γ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΔ’. ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η Δ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΙΕ’. ΑΝΤΙΧΑΛΚΗΔΟΝΙΣΜΟΣ, ΝΕΟΧΑΛΚΗΔΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η Ε’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΣΤ’. ΜΟΝΟΘΕΛΗΤΙΣΜΟΣ, ΜΟΝΟΕΝΕΡΓΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΣΤ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΖ’. ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ ΚΑΙ Η Ζ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΗ’. ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ
ΙΘ’. ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ, ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ