ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
Η Εκκλησία του Χριστού έχει ιστορίαν δύο χιλιάδων περίπου ετών. Κατά το διάστημα αυτό διεφύλαξεν ακέραιον το κήρυγμα των Αποστόλων, κατεδίκασεν εκείνους οι οποίοι απεμακρύνοντο από αυτό, εξέφρασε την ορθόδοξον πίστιν κατά τρόπον αρμόζοντα προς τα προβλήματα και τας ανάγκας των διαφόρων ιστορικών εποχών. Όλα αυτά η Εκκλησία τα έπραξε, διότι έιναι Σώμα Χριστού και διότι το Πνεύμα της Αληθείας οικεί εν αυτή. Αυτό ακριβώς είναι η Ιερά Παράδοσις, την οποίαν τα εγχειρίδια της δογματικής μας θεολογίας παρουσιάζουν συνήθως ως μίαν «δευτέραν πηγήν της χριστιανικής αποκαλύψεως», παράλληλον προς την Αγίαν Γραφήν. Κατά την διάρκειαν όμως όλων αυτών των αιώνων η Εκκλησία απέκτησε και πολλάς ανθρωπίνας παραδόσεις: ο Ελληνισμός της εχάρισε την φιλοσοφικήν ορολογίαν του, η οποία της επέτρεψε να εκφράση και να διατυπώση τα δόγματά της∙ το Βυζάντιον της εκληροδότησε το δίκαιον, την λατρείαν και την πνευματικότητά του∙ και σήμερον, ενώπιον των οφθαλμών μας, η Εκκλησία αποκτά νέα χαρακτηριστικά, αναλόγως των τόπων και των πολιτισμών εις τους οποίους έρχεται διά να κηρύξη το «ευαγγέλιόν» της. Η εξέλιξις αυτή της Εκκλησίας, ως ανθρωπίνης κοινωνίας, είναι ένα αναπόφευκτον και αναγκαίον στοιχείον του ιστορικού βίου της. «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων», γράφει ο απόστολος Παύλος, «πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδήσω∙ και εγενόμην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδαίος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω∙ τοις υπό νόμον ως υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον κερδήσω∙ τοις ανόμοις ως άνομος, μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόμους… τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω» (Α’ Κορ. θ’ 19-22). Αυτό ακριβώς κάμνει και η Εκκλησία. Όπως όμως ο Απόστολος, έτσι και η Εκκλησία είναι «ελευθέρα εκ πάντων», διότι εν τω Χριστώ «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (Γαλ. γ’ 28). […]
(Απόσπασμα από το περιεχόμενο του βιβλίου)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Η ΑΥΘΕΝΤΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
Η ΖΩΣΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ