Το πάθος, η κακία, η απανθρωπιά και η βαρβαρότητα στα χρόνια των μεγάλων διωγμών της Χριστιανοσύνης ήταν αφάνταστα και τρομερά. Η τρομοκρατία τότε δεν είχε όρια. Οι στρατιώτες των ασεβών και αντιχρίστων Ρωμαίων αυτοκρατόρων έψαχναν μέρα και νύχτα να ανακαλύψουν κάτι για τους χριστιανούς, για να τους συλλάβουν και έπειτα να τους παραδώσουν στην αρχή των ηγεμόνων τους. Δεν χρειάζονταν και πολλά στοιχεία , για να κατηγορήσουν ένα Χριστιανό. Αρκούσε και μόνη η επιμονή, η ομολογία τους, ότι ήταν πιστοί οπαδοί του Ναζωραίου. Αυτό ισοδυναμούσε με τη θανατική τους καταδίκη.
Η θανατική όμως καταδίκη δεν τους ικανοποιούσε. Οι άρχοντες εκείνοι του σκότους και του εγκλήματος, διψούσαν, όχι μόνον για το αίμα των θυμάτων τους, αλλά διψούσαν πιο πολύ για την φρίκη του μαρτυρίου τους. Οι πωρωμένες ψυχές τους, οι βουτηγμένες σε κάθε είδους αμαρτία, χαίρονταν στους σπαραγμούς των Χριστιανών που καίγονταν σαν λαμπάδες για να φωτίσουν τους δρόμους της Ρώμης. Αναγάλλιαζε η σκοτεινή ψυχή τους, που είχε γίνει όργανο του Σατανά, όταν έκοβαν τις σάρκες των χριστιανών, όταν τους τσάκιζαν τα κόκκαλα και όταν με κάθε τρόπο τους οδηγούσαν αργά – αργά στον θάνατο αλλά αφού πρώτα τους τυραννούσαν με χίλια δυο βασανιστήρια… […]
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΚΛΕΙΣΜΕΝΗ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΟ
Η πρώτη σύγκρουση
Πως έγινε χριστιανή
Το τρίτο παράθυρο
Την καταγγέλλει ο πατέρας της
Αρχίζουν τα μαρτύρια
Η Ιουλιανή
Ο Μαρκιανός διαστρέφει το θαύμα
Η Ιουλιανή και η Βαρβάρα βασανίζονται σκληρά
Την σκοτώνει ο πατέρας της
Ο ενταφιασμός τους
Ποιους προστατεύει
Τα λείψανά της
Η Αγία Βαρβάρα στην τέχνη
Σύγχρονα θαύματά της
Το όνειρο του τσοπάνη
Η παράλυτη παίζει πιάνο
Στίχος
Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον…
Κοντάκιον Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ
Μεγαλυνάριο