Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ
Αναλυτική παρουσίαση του βίου του αγίου Αθανασίου του Μετεωρίτη.
Βρισκόμαστε γύρω στα 1300 μετά Χριστόν. Η μικρή πολιτεία ακουμπισμένη στα πόδια της Οίτης, κοιμάται ακόμη ήσυχα, γλυκά. Πάνω της στέκεται άγρυπνη μάννα, άγγελος φύλακας εκείνη – το αιώνιο βουνό. Στα πόδια της κυλά ήρεμα ο Σπερχειός και της στέλνει με το ανοιξιάτικο αγέρι γλυκό νανούρισμα, τους φθόγγους των νερών του. Τα φανάρια στους στενούς δρόμους καίνε νυσταγμένα. Των καντηλιών μονάχα το ιλαρό και ταπεινό φως λιγοφωτίζει τα παράθυρα των σπιτιών – μικρή, γλυκειά, ζεστή παρουσία παρηγοριάς κι’ ελπίδας. Κάπου – κάπου ακούγεται ακόμα γαύγισμα σκύλων, των φίλων αυτών των ανθρώπων, κουρασμένο κι’ αυτό, απ’ τα τελευταία της αποψινής νύχτας. Μικροκουνήματα φτερών στα κλαριά κι’ η λάμψη του αυγερινού λένε πως δε θ’ αργήσει η ροδαυγή.
Σ’ ένα σπίτι μονάχα φέγγουν όλοι οι λύχνοι, στ’ αρχοντικό του πρώτου και καλύτερου της μικρής πολιτείας, απ’ τα μεσάνυχτα ακόμα. Πηγαινοέρχονται οι δουλεύτρες. Δυο αμάξια φτάσαν και φέραν δυο γυναίκες – κοντόχοντρες κι’ οι δυο, σβέλτες όμως. Στο φούρνο βγάλαν τα αχνιστά καρβέλια και βάζουν πίττες τώρα να ψηθούν. Στρώνουν τα πιο καλά χαλιά στα δωμάτια – των καλών τα καλύτερα. Σκουπίζουν τις αυλές. Σφουγγαρίζουν τις σκάλες. Βάζουν φρέσκο λάδι στις λυχνίες. Βγάζουν τους ασημένιους δίσκους και τα χρυσΰφαντα τραπεζομάντιλα. Φέρνουν τα πιάτα απ’ τη Βενετιά και τα κρυστάλλινα ποτήρια. Λουλούδια με δροσοσταλίδες βάζουν στα ανθογυάλια και στου Χριστού το εικόνισμα, στης Παναγιάς ανάβουνε θυμίαμα. […]
(Απόσπασμα από το περιεχόμενο του βιβλίου)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ
Ένα παιδί γεννήθηκε
Αγαπά ο Θεός τον κόσμο
Αστραπές και βροντές
Θέλω να μάθω γράμματα
Στη βιβλιοθήκη των Ίβηρων
Εκπλήξεις στη Βασιλεύουσα
Αναζητώντας τον άγιο
Το ιερό ξεκίνημα
«Ο αδελφός ημών Αντώνιος…»
«Χαρά χαίρε…»
Πρέπει να φύγουμε
Στους βράχους των Μετεώρων
Ο πικρός χωρισμός
Ακροτόπια του παραδείσου
Έξι αγγελόμορφοι αδελφοί
Βασιλική επίσκεψη
Ο αγαθός Αγάθων
Το όραμα
Ο βασιλιάς μοναχός!
«Ταπεινοίς δίδωσι χάριν»
Χρυσοπόρφυρες γαληνεμένες δύσεις
«Αδελφοί και πατέρες…»